Του Δημήτρη Τσιρόγλου
Όσο κι αν φαίνεται παράξενο ο Λευκός Πύργος συνδέεται ιστορικά με την επανάσταση του 1821, αφού υπήρξε τόπος μαρτυρίου για πλήθος επαναστατημένων Ελλήνων....
Στους χώρους του σφαγιάστηκαν ανελέητα πολλοί εξέχοντες κάτοικοι της Μακεδονίας, αλλά και απλοί άνθρωποι που δεν συμμετείχαν ενεργά στον αγώνα.
Εμπνευστής της σφαγής αυτής ήταν ο διοικητής (μουτεσελίμης) της Θεσσαλονίκης Σερίφ Σιντίκ Γιουσούφ μπέης, ο οποίος στην προσπάθεια του να εξουδετερώσει τον επαναστατικό αναβρασμό που υπήρχε εξ αιτίας της επανάστασης στην νότια Ελλάδα, αποφάσισε να καλέσει τους προκρίτους της επικρατείας του σε σύσκεψη. Ο στόχος του όμως ήταν άλλος: να κτυπήσει την επανάσταση στην κεφαλή της και φυσικά εν γενέσει της. Το σχέδιο του όμως απέτυχε, αφού εστάλησαν στη θέση τους απλοί άνθρωποι, κυρίως χωρικοί, που δεν είχαν άμεση σχέση με τα τεκταινόμενα. Ήταν όμως εθελοντές και γνώριζαν αυτό που τους περίμενε.
Ακολούθησαν πολλές συλλήψεις πατριωτών, οι οποίοι οδηγήθηκαν στον Πύργο του Αίματος (τουρκιστί Κανλή Κουλέ) και αφού κρατήθηκαν εκεί βασανίστηκαν και εξετελέσθησαν. Μεταξύ αυτών ήταν ο ιερέας Ανανίας Μαρκόπουλος, κατηγορούμενος για επαναστατική δράση. Επίσης ο Θεσσαλονικιός παντοπώλης Τζαμτζάκος, ο Μαλάκης, που ήταν πρόκριτος της πόλης και ο εκ Χαλκιδικής πατριώτης Βασιλικός.[1] Είναι η περίοδος που προηγήθηκε των σφαγών που έγιναν στο Κονάκι, στο Καπάνι (που τότε ονομαζόταν ’’αλευραγορά’’), στην μητρόπολη και στον χώρο του Ναού του Αγίου Γεωργίου (Ροτόντα).
Ο ίδιος ο Χαϊρουλάχ γράφει: «Γνώρισα τον πρόκριτο των απίστων της Θεσσαλονίκης, τον Μαλάκη εφέντη, άνθρωπο θεοσεβούμενο και τίμιο, που τον φυλάκισαν, γιατί, λέγει ήταν μουτεβελής[2] της Μητρόπολης. Όμως το πιο τραγικό ήταν, που δυο μέρες ύστερα από μένα έφεραν μισοπεθαμένο κάποιον μεγάλον άπιστο από το σώμα του Φαναριού, τον Παπάζ εφέντη[3], γιατί ετοιμαζόταν να φύγει για την χώρα των Βλάχων[4], να δώσει το μήνυμα του ξεσηκωμού των ραγιάδων ενάντια στην Εξουσία Σου.
Ο αμαρτωλός αυτός είχεν έλθει στη Θεσσαλονίκη μερικές μέρες πριν, κι είχε μαζί του κι ένα γράμμα του πατριάρχη για τον Μακάρ[5] εφέντη. Κι ίσα ίσα τη στιγμή που πήγαινε στο μητροπολιτικό μέγαρο τον έπιασαν δυο μπασή μποζούκ[6] και τον κουβάλησαν, χτυπώντας τον και δέρνοντας τον στο Κονάκι. Εκεί, χωρίς καν να τον αφήσουν να μιλήσει, του έδωσαν εκατό καμτσικιές[7] και τον έστειλαν στον Κανλή κουλέ […]. Ο Παπάζ εφέντης αυτός έμεινε μαζί μας (σ.σ. εννοείται στον Κανλή κουλέ) τρεις μέρες και κατόπιν τον πήραν για να τον παραδώσουν στον γενιτσάρ αγά[8] να τον θανατώσει […]». Ο Χαϊρουλάχ αναφέρει ότι στον πύργο κρατήθηκε και κάποιος Νικολής εφέντης, ο επονομαζόμενος Μπιγικλού.
Η Μακεδονία, αν και συμμετείχε στην επανάσταση και μάλιστα κάτω από πολλές δυσχέρειες, δεν είχε την τύχη να απαλλαγεί από τον τουρκικό ζυγό. Έτσι ο Λευκός Πύργος εξακολουθεί να παραμένει για πολλά χρόνια ακόμη σύμβολο τυραννίας. Ο Χρ. Γουγούσης γράφει σχετικά:[9] «[…] Το μόνον γνωστόν είναι ότι, κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν (1821) και εντεύθεν, μέχρι προ εικοσαετίας περίπου, ο μεν Λευκός Πύργος ήτο το κεντρικόν σφαγείον και βασανιστήριον των Χριστιανών, τα δε πέριξ αυτού μέρη μέχρι του νυν Γυμναστηρίου, όπου άλλοτε το καφενείον ’’της Πολιτείας’’, ήσαν το γενικόν νεκροταφείον των εκεί οικτρώς φονευομένων».
Παρεμπιπτόντως ας αναφερθεί ότι ο Λευκός Πύργος και προ της επαναστάσεως υπήρξε αγωνοθέτης του ‘’καλού αγώνος’’ αφού κατά την παράδοση αποτέλεσε ‘’μαρτυρολόγιον’’ πολλών χριστιανών.
Κατά την παράδοση λοιπόν υποστηρίζεται ότι στον πύργο φυλακίστηκε ο αυτοκράτορας Λέων ο ΣΤ΄ ο Σοφός και επί πλέον ότι εκεί έγραψε τα 11 εωθινά. Η πληροφορία αυτή είναι αμάρτυρη. Η παράδοση ωστόσο δεν είναι αναληθής. Το να «επισκέφθηκε» ως κρατούμενος τον πύργο κάποιος Λέων δεν είναι δι’ όλου απίθανο (εξ ού και Πύργος του Λέοντος). Ίσως ο Λέων ο φιλόσοφος, ο εξάδελφος του πατριάρχη Ιωάννη του Συγγέλου, ο οποίος την περίοδο της βασιλείας του αυτοκράτορα Θεόφιλου του εικονομάχου υπήρξε μητροπολίτης Θεσσαλονίκης[10]. Πάνω σ’ αυτό υπάρχουν άφθονες μαρτυρίες.[11] Πάντως η φυλάκιση έστω και αυτού του Λέοντα δεν είναι εξακριβωμένη. Ας σημειωθεί επί πλέον ότι το όνομα ’’Λέων’’ ήταν ένα από τα περισσότερο συνηθισμένα ονόματα, ώστε κάθε υπόθεση σχετικά με την ονομασία Πύργος του Λέοντος θα ήταν ιστοριογραφικά παρακινδυνευμένη.[12]
Δεν είναι μόνο η παραπάνω παράδοση, αλλά και η παράδοση περί των Στουδιτών. Αυτή αναφέρει ότι οι αδελφοί Θεόδωρος και Ιωσήφ Στουδίτης φυλακίστηκαν το έτος 797 στο ευρισκόμενο στη θέση του Λευκού Πύργου φρούριο, στο οποίο έγραψαν μερικά τροπάρια, μεταξύ αυτών και τα στιχηρά των αίνων του αγίου Δημητρίου, ύστερα από θαυματουργές εμφανίσεις του ως άνω αγίου.
Επί των εμφανίσεων του Αγίου Δημητρίου επί των επάλξεων του Λευκού Πύργου κατά τις περιόδους της πολιορκίας της Θεσσαλονίκης υπάρχουν άφθονες αμάρτυρες αναφορές. Υποστηρίζεται η θαυματουργή εμφάνισή του στα τείχη της πόλεως και κυρίως επί του Λευκού Πύργου σε εποχές στρατιωτικών επιθέσεων. Το γεγονός αυτό ενέπνευσε πλήθος καλλιτεχνών που ανιστορούν με τα έργα τους την θαυματουργή αυτή εμφάνιση του πολιούχου αγίου στις επάλξεις του πύργου με το σπαθί στο χέρι να υπερασπίζεται την Θεσσαλονίκη.
Το γεγονός αυτό εξηγεί την ύπαρξη, μέχρι πρό τινος, ναϊδρίου εντός του πύργου και μάλιστα αφιερωμένου στον Άγιο Δημήτριο που από απόψεως θρησκειολογικής είναι ένας στρατιωτικός άγιος. Το ναΐδριο αυτό λειτουργικά εξυπηρετούνταν από ιερείς του Ι.Ν. Νέας Παναγίας, αφού ανήκε στη δικαιοδοσία του.
‘’Κεντρικόν σφαγείον και βασανιστήριον των Χριστιανών’’ λοιπόν ο Λευκός Πύργος κατά τον έγκριτο λόγιο Χρ. Γουγούση. Στίβος αγώνος και τόπος μαρτυρίου για πλήθος χριστιανών, πνευματικό πεδίο πάλης και ανάδειξης νεομαρτύρων.
[1] Παπαγιανόπουλος Απόστολος, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, εκδ. Ρέκος, Θεσσαλονίκη 1982, σελ. 204.[2] Επίτροπος.[3] Κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για τον απεσταλμένο του Αλέξανδρου Υψηλάντη, Αριστείδη Παπά. Της άποψης αυτής είναι και ο Αβραάμ Παπάζογλου.[4] Δηλαδή τη Ρουμανία.[5] Εννοεί προφανώς τον μητροπολίτη της Θεσσαλονίκης Μακάριο.[6] Στρατιώτες της πολιτοφυλακής.[7] Μαστιγώσεις.[8] Αρχηγό της φρουράς των γενιτσάρων.
[9] Γουγούσης Χρήστος, Περί Λευκού Πύργου, Ιστορικαί και λαογραφικαί σημειώσεις, 1914, [Γουγούσης Χρήστος, Ο Γόρδιος Δεσμός, Μακεδονικόν ημερολόγιον, 1915, εκδ. Τριανταφύλλου, Θεσσαλονίκη 1914, σελ. 29].
[10] Γεώργιος ο Μοναχός, Νέοι αυτοκράτορες, κεφ. 23, σελ. 523 [ος (ενν. ο Λέων) και Μητροπολίτης εν Θεσσαλονίκη γέγονεν].
[11] 1). Συμεών ο Μάγιστρος ο χρονογράφος, Χρονικά, κεφ. 20, σελ.424. 2). Ανώνυμος συνεχιστής του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου, κεφ. 26, σελ.115 και κεφ. 27, σελ. 164.
Πηγή: e-istoria
Εμπνευστής της σφαγής αυτής ήταν ο διοικητής (μουτεσελίμης) της Θεσσαλονίκης Σερίφ Σιντίκ Γιουσούφ μπέης, ο οποίος στην προσπάθεια του να εξουδετερώσει τον επαναστατικό αναβρασμό που υπήρχε εξ αιτίας της επανάστασης στην νότια Ελλάδα, αποφάσισε να καλέσει τους προκρίτους της επικρατείας του σε σύσκεψη. Ο στόχος του όμως ήταν άλλος: να κτυπήσει την επανάσταση στην κεφαλή της και φυσικά εν γενέσει της. Το σχέδιο του όμως απέτυχε, αφού εστάλησαν στη θέση τους απλοί άνθρωποι, κυρίως χωρικοί, που δεν είχαν άμεση σχέση με τα τεκταινόμενα. Ήταν όμως εθελοντές και γνώριζαν αυτό που τους περίμενε.
Ακολούθησαν πολλές συλλήψεις πατριωτών, οι οποίοι οδηγήθηκαν στον Πύργο του Αίματος (τουρκιστί Κανλή Κουλέ) και αφού κρατήθηκαν εκεί βασανίστηκαν και εξετελέσθησαν. Μεταξύ αυτών ήταν ο ιερέας Ανανίας Μαρκόπουλος, κατηγορούμενος για επαναστατική δράση. Επίσης ο Θεσσαλονικιός παντοπώλης Τζαμτζάκος, ο Μαλάκης, που ήταν πρόκριτος της πόλης και ο εκ Χαλκιδικής πατριώτης Βασιλικός.[1] Είναι η περίοδος που προηγήθηκε των σφαγών που έγιναν στο Κονάκι, στο Καπάνι (που τότε ονομαζόταν ’’αλευραγορά’’), στην μητρόπολη και στον χώρο του Ναού του Αγίου Γεωργίου (Ροτόντα).
Ο ίδιος ο Χαϊρουλάχ γράφει: «Γνώρισα τον πρόκριτο των απίστων της Θεσσαλονίκης, τον Μαλάκη εφέντη, άνθρωπο θεοσεβούμενο και τίμιο, που τον φυλάκισαν, γιατί, λέγει ήταν μουτεβελής[2] της Μητρόπολης. Όμως το πιο τραγικό ήταν, που δυο μέρες ύστερα από μένα έφεραν μισοπεθαμένο κάποιον μεγάλον άπιστο από το σώμα του Φαναριού, τον Παπάζ εφέντη[3], γιατί ετοιμαζόταν να φύγει για την χώρα των Βλάχων[4], να δώσει το μήνυμα του ξεσηκωμού των ραγιάδων ενάντια στην Εξουσία Σου.
Ο αμαρτωλός αυτός είχεν έλθει στη Θεσσαλονίκη μερικές μέρες πριν, κι είχε μαζί του κι ένα γράμμα του πατριάρχη για τον Μακάρ[5] εφέντη. Κι ίσα ίσα τη στιγμή που πήγαινε στο μητροπολιτικό μέγαρο τον έπιασαν δυο μπασή μποζούκ[6] και τον κουβάλησαν, χτυπώντας τον και δέρνοντας τον στο Κονάκι. Εκεί, χωρίς καν να τον αφήσουν να μιλήσει, του έδωσαν εκατό καμτσικιές[7] και τον έστειλαν στον Κανλή κουλέ […]. Ο Παπάζ εφέντης αυτός έμεινε μαζί μας (σ.σ. εννοείται στον Κανλή κουλέ) τρεις μέρες και κατόπιν τον πήραν για να τον παραδώσουν στον γενιτσάρ αγά[8] να τον θανατώσει […]». Ο Χαϊρουλάχ αναφέρει ότι στον πύργο κρατήθηκε και κάποιος Νικολής εφέντης, ο επονομαζόμενος Μπιγικλού.
Η Μακεδονία, αν και συμμετείχε στην επανάσταση και μάλιστα κάτω από πολλές δυσχέρειες, δεν είχε την τύχη να απαλλαγεί από τον τουρκικό ζυγό. Έτσι ο Λευκός Πύργος εξακολουθεί να παραμένει για πολλά χρόνια ακόμη σύμβολο τυραννίας. Ο Χρ. Γουγούσης γράφει σχετικά:[9] «[…] Το μόνον γνωστόν είναι ότι, κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν (1821) και εντεύθεν, μέχρι προ εικοσαετίας περίπου, ο μεν Λευκός Πύργος ήτο το κεντρικόν σφαγείον και βασανιστήριον των Χριστιανών, τα δε πέριξ αυτού μέρη μέχρι του νυν Γυμναστηρίου, όπου άλλοτε το καφενείον ’’της Πολιτείας’’, ήσαν το γενικόν νεκροταφείον των εκεί οικτρώς φονευομένων».
Παρεμπιπτόντως ας αναφερθεί ότι ο Λευκός Πύργος και προ της επαναστάσεως υπήρξε αγωνοθέτης του ‘’καλού αγώνος’’ αφού κατά την παράδοση αποτέλεσε ‘’μαρτυρολόγιον’’ πολλών χριστιανών.
Κατά την παράδοση λοιπόν υποστηρίζεται ότι στον πύργο φυλακίστηκε ο αυτοκράτορας Λέων ο ΣΤ΄ ο Σοφός και επί πλέον ότι εκεί έγραψε τα 11 εωθινά. Η πληροφορία αυτή είναι αμάρτυρη. Η παράδοση ωστόσο δεν είναι αναληθής. Το να «επισκέφθηκε» ως κρατούμενος τον πύργο κάποιος Λέων δεν είναι δι’ όλου απίθανο (εξ ού και Πύργος του Λέοντος). Ίσως ο Λέων ο φιλόσοφος, ο εξάδελφος του πατριάρχη Ιωάννη του Συγγέλου, ο οποίος την περίοδο της βασιλείας του αυτοκράτορα Θεόφιλου του εικονομάχου υπήρξε μητροπολίτης Θεσσαλονίκης[10]. Πάνω σ’ αυτό υπάρχουν άφθονες μαρτυρίες.[11] Πάντως η φυλάκιση έστω και αυτού του Λέοντα δεν είναι εξακριβωμένη. Ας σημειωθεί επί πλέον ότι το όνομα ’’Λέων’’ ήταν ένα από τα περισσότερο συνηθισμένα ονόματα, ώστε κάθε υπόθεση σχετικά με την ονομασία Πύργος του Λέοντος θα ήταν ιστοριογραφικά παρακινδυνευμένη.[12]
Δεν είναι μόνο η παραπάνω παράδοση, αλλά και η παράδοση περί των Στουδιτών. Αυτή αναφέρει ότι οι αδελφοί Θεόδωρος και Ιωσήφ Στουδίτης φυλακίστηκαν το έτος 797 στο ευρισκόμενο στη θέση του Λευκού Πύργου φρούριο, στο οποίο έγραψαν μερικά τροπάρια, μεταξύ αυτών και τα στιχηρά των αίνων του αγίου Δημητρίου, ύστερα από θαυματουργές εμφανίσεις του ως άνω αγίου.
Επί των εμφανίσεων του Αγίου Δημητρίου επί των επάλξεων του Λευκού Πύργου κατά τις περιόδους της πολιορκίας της Θεσσαλονίκης υπάρχουν άφθονες αμάρτυρες αναφορές. Υποστηρίζεται η θαυματουργή εμφάνισή του στα τείχη της πόλεως και κυρίως επί του Λευκού Πύργου σε εποχές στρατιωτικών επιθέσεων. Το γεγονός αυτό ενέπνευσε πλήθος καλλιτεχνών που ανιστορούν με τα έργα τους την θαυματουργή αυτή εμφάνιση του πολιούχου αγίου στις επάλξεις του πύργου με το σπαθί στο χέρι να υπερασπίζεται την Θεσσαλονίκη.
Το γεγονός αυτό εξηγεί την ύπαρξη, μέχρι πρό τινος, ναϊδρίου εντός του πύργου και μάλιστα αφιερωμένου στον Άγιο Δημήτριο που από απόψεως θρησκειολογικής είναι ένας στρατιωτικός άγιος. Το ναΐδριο αυτό λειτουργικά εξυπηρετούνταν από ιερείς του Ι.Ν. Νέας Παναγίας, αφού ανήκε στη δικαιοδοσία του.
‘’Κεντρικόν σφαγείον και βασανιστήριον των Χριστιανών’’ λοιπόν ο Λευκός Πύργος κατά τον έγκριτο λόγιο Χρ. Γουγούση. Στίβος αγώνος και τόπος μαρτυρίου για πλήθος χριστιανών, πνευματικό πεδίο πάλης και ανάδειξης νεομαρτύρων.
[1] Παπαγιανόπουλος Απόστολος, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, εκδ. Ρέκος, Θεσσαλονίκη 1982, σελ. 204.[2] Επίτροπος.[3] Κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για τον απεσταλμένο του Αλέξανδρου Υψηλάντη, Αριστείδη Παπά. Της άποψης αυτής είναι και ο Αβραάμ Παπάζογλου.[4] Δηλαδή τη Ρουμανία.[5] Εννοεί προφανώς τον μητροπολίτη της Θεσσαλονίκης Μακάριο.[6] Στρατιώτες της πολιτοφυλακής.[7] Μαστιγώσεις.[8] Αρχηγό της φρουράς των γενιτσάρων.
[9] Γουγούσης Χρήστος, Περί Λευκού Πύργου, Ιστορικαί και λαογραφικαί σημειώσεις, 1914, [Γουγούσης Χρήστος, Ο Γόρδιος Δεσμός, Μακεδονικόν ημερολόγιον, 1915, εκδ. Τριανταφύλλου, Θεσσαλονίκη 1914, σελ. 29].
[10] Γεώργιος ο Μοναχός, Νέοι αυτοκράτορες, κεφ. 23, σελ. 523 [ος (ενν. ο Λέων) και Μητροπολίτης εν Θεσσαλονίκη γέγονεν].
[11] 1). Συμεών ο Μάγιστρος ο χρονογράφος, Χρονικά, κεφ. 20, σελ.424. 2). Ανώνυμος συνεχιστής του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου, κεφ. 26, σελ.115 και κεφ. 27, σελ. 164.
Πηγή: e-istoria
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου